Ιστορική Γνώση και Ελευθερία

Γράφοντας τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν, ο Διονύσιος Σολωμός αναφέρει πως η αρμονία του στίχου ισοδυναμεί με ξεχείλισμα ψυχής. Πράγματι, ο στεναγμός και το κλάμα είναι πιο βαθιά, πιο γοερά, πιο σπαρακτικά όταν βγαίνουν μέσα από τα ερείπια. Όμως, στην αιώνια αντιπαράθεση ανάμεσα στην αλαζονεία των ισχυρών και την ηθική των αδυνάτων, η ελπίδα και το σθένος αναλογούν στους τελευταίους. Η Ελευθερία του Σολωμού είναι μεγαλοπρεπής, αλλά και αυστηρή έναντι των ισχυρών. Είναι τρυφερή έναντι του πόνου των Ελλήνων. Μεταφέρει το μήνυμα της ελπίδας, της ενότητας, της σύμπνοιας και της ομοφωνίας σε ένα δοκιμασμένο έθνος, που διεξάγει με αποφασιστικότητα έναν απαράμιλλο αγώνα, τον οποίο δίνει άλλωστε στο δικό της όνομα.

Δεν είναι η πρώτη φορά. Στην Ιστορία του, ο Θουκυδίδης παρεμβάλλει ένα μνημειώδες εγκώμιο, τον Περικλέους Επιτάφιο, όπου εξυμνεί τα πολιτικά, τα κοινωνικά, τα πολεμικά και τα πνευματικά επιτεύγματα της Αθηναϊκής Πολιτείας. Δεν υπάρχει ίσως άλλο κείμενο, που να αναδεικνύει τόσο εύγλωττα το βαθύτερο πνεύμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, θεωρημένης στο σύνολό της. Δεν υπάρχει ίσως άλλο κείμενο, που να αποδίδει με τέτοιο μέτρο και με τόση αξιοπρέπεια την εικόνα ενός πολιτισμού και ενός πολιτεύματος.

Ο Επιτάφιος όμως προσβλέπει και σε έναν άλλο στόχο. Μέσα σε μια κρίσιμη συγκυρία, μια συγκυρία γεμάτη σπαραγμό, εκείνη του Πελοποννησιακού Πολέμου, επιχειρεί να εμφυσήσει ελπίδα, δύναμη και σθένος στους δοκιμαζόμενους Αθηναίους. Ο λόγος του Περικλή δεν απευθύνεται μόνο στο νου, αλλά και στο συναίσθημα. Ωθεί τους συμπολίτες του να συνειδητοποιήσουν ότι δεν αρκεί να απολαμβάνει κανείς τα αγαθά του υψίστου πολιτεύματος, εκείνου της δημοκρατίας. Οφείλει να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να υπερασπισθεί το πολίτευμα αυτό ακόμα και με τη ζωή του εάν χρειασθεί.

Αιώνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 1940, μέσα στον ενθουσιασμό της πανεθνικής κινητοποίησης, ο Κωστής Παλαμάς, έχοντας απόλυτη συναίσθηση της κρίσιμης συγκυρίας και ορμώμενος από το πνεύμα του Θουκυδίδη, απευθύνθηκε στους συμπολίτες του με τους εξής στίχους:

            «Η μεγαλωσύνη στα έθνη δε μετριέται με το στρέμμα

            Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα

            Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα

            Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του εικοσιένα».

Ο αγώνας, πολύ πιο πρόσφατα, ενάντια στην επτάχρονη δικτατορία σφυρηλατήθηκε γύρω από το σύνθημα “Ψωμί, παιδεία, ελευθερία”, ένα σύνθημα που βλέπουμε να ζωντανεύει εκ νέου σήμερα, στους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε.

Γενναιόψυχο συνεπώς είναι το έθνος εκείνο, το οποίο γνωρίζει σε βάθος τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Δεν διστάζει, ωστόσο, να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα για να υπερασπισθεί τα αγαθά της ζωής και του πνεύματος. Γενναιόψυχο είναι το έθνος εκείνο, το οποίο διαθέτει κρίση και μνήμη, το έθνος εκείνο, το οποίο δεν μετρά  ποσοτικά  το μεγαλείο της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας.

Πράγματι, ένας εμπνευσμένος λόγος είναι σε θέση να μετουσιώσει την αμηχανία σε ζωτική δύναμη, την αβεβαιότητα σε πάλλοντα ενθουσιασμό. «Ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε», γράφει κάπου ο Σεφέρης, «ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση». Ναι, τη χρειάζεται την Ποίηση. Χρειάζεται όμως και την Ιστορία. Η μελέτη της τελευταίας μάς καθιστά ικανότερους διανοητικά και ισχυρότερους ψυχικά για να κατανοήσουμε τον κόσμο που μάς περιβάλλει αλλά και τους ίδιους μας τους εαυτούς. Ο Θουκυδίδης είναι και πάλι εκείνος που προκρίνει τον συνδυασμό της λογικής και του συναισθήματος για την κατανόηση και την αφομοίωση του παρελθόντος, θέτοντας τα θεμέλια της επιστήμης της Ιστορίας.

Η επιστήμη της Ιστορίας, έτσι τουλάχιστον όπως την εκλαμβάνουμε, έτσι όπως τη διακονούμε στον χώρο της έρευνας, δεν είναι κάποιο περιστασιακό εργαλείο, που να μάς επιτρέπει να προβάλουμε τις δικές μας επιθυμίες ή ακόμη να εξορκίζουμε τις όποιες ανησυχίες και τις όποιες ανασφάλειες μάς διακατέχουν. Δεν μπορούμε να επικαλούμαστε την Ιστορία οσάκις την έχουμε ανάγκη και να αγνοούμε την ύπαρξή της όποτε δεν μάς συμφέρει. Ούτε είναι θεμιτή η χρήση της για την εξυπηρέτηση πολιτικών, ιδεολογικών ή άλλου είδους σκοπιμοτήτων. Η Ιστορία λέει αυτά που λέει και όχι απαραίτητα εκείνα που θα επιθυμούσαμε να λέει. Αποτελεί κτήμα όλων μας. Έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο. Γράφεται από ανθρώπους, μελετάται από ανθρώπους, απευθύνεται σε ανθρώπους.

Εάν πράγματι διδάσκει κάτι, είναι το ότι μάς αποκαλύπτει τον δρόμο για την αυτογνωσία. Η Ιστορία μάς φέρει ως άτομα, ως κοινωνικό σύνολο, αντιμέτωπους με τους εαυτούς μας. Η Ιστορία μάς επιτρέπει να εκτιμήσουμε τα προτερήματά μας και τις αρετές μας, συνάμα όμως να προσμετρήσουμε τα όρια και τις αντοχές μας. Η Ιστορία μάς εξοικειώνει με τη σκέψη ότι σε επίπεδο πρόσληψης, αξιολόγησης, ερμηνείας ενός ερεθίσματος, σε συνάρτηση πάντοτε με την πρόοδο της επιστημονικής έρευνας, η ανατροπή των εκάστοτε συμπερασμάτων μπορεί να αποβεί ανά πάσα στιγμή έως και ριζική. Η Ιστορία μάς θυμίζει ότι καμιά κοινωνία, ούτε ακόμη και εκείνη της οποίας έχουμε το προνόμιο να είμαστε συνεχιστές, δεν υπήρξε αγγελικά πλασμένη. Η Ιστορία, τέλος, μάς προσφέρει μια ανεπανάληπτη δυνατότητα να προβούμε στη δική μας αυτοκριτική προτού προχωρήσουμε στην κριτική των άλλων.

Σε εμάς εναπόκειται κατόπιν να ανταποκριθούμε ή όχι στα κελεύσματά της. Εάν το πράξουμε, το τίμημα είναι συχνά βαρύ, συνάμα όμως λυτρωτικό. Εάν όχι, είναι βέβαιο ότι θα επιφορτισθούμε με επιπρόσθετο άγχος και υπαρξιακή αγωνία. Ας έχουμε λοιπόν απόλυτη συναίσθηση του γεγονότος ότι η αναμέτρηση με την Ιστορία πονά. Οπλίζει όμως με δύναμη, οπλίζει με αυτοπεποίθηση όποιον επιχειρεί να αναμετρηθεί μαζί της δίχως αναισθητικό.

Η πραγματική ισχύς απορρέει από την ενδοσκόπηση και από την εσωτερική κάθαρση. Αυτές ακριβώς είναι οι λειτουργίες που μάς χαλυβδώνουν στον αγώνα για την επικράτηση των ανθρώπινων αξιών. Αυτές ακριβώς είναι οι λειτουργίες που μάς φέρνουν σε θέση υπεροχής έναντι όσων αδυνατούν ή, ακόμα χειρότερα, έναντι όσων αρνούνται να υποβληθούν σε αυτή τη δοκιμασία.       

Η πραγματική ισχύς απορρέει από τη βούληση για αυτογνωσία και όχι από τη στείρα επανάληψη ρηχών στερεοτύπων, τα οποία, σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν κορυφαία ασέβεια έναντι της κληρονομιάς, της οποίας έχουμε την τιμή να είμαστε σήμερα οι φορείς. Όσο πιο πλούσια, όσο πιο βαριά είναι η κληρονομιά αυτή, άλλο τόσο οφείλουμε να τη διαχειρισθούμε με τον δέοντα σεβασμό, με τη δέουσα φροντίδα, με τη δέουσα σεμνότητα, με τη δέουσα αξιοπρέπεια. Διαφορετικά, υποβιβαζόμαστε στο ίδιο ακριβώς επίπεδο με εκείνους, τους οποίους καταγγέλλουμε για παραχάραξη της Ιστορίας. Και τότε, πράγματι, όταν κάποιος είναι έντιμος με τον εαυτό του πρώτα και με τους άλλους κατόπιν, έχει κάθε δικαίωμα, έχει κάθε ιερό χρέος να υπερασπισθεί τα τίμια δώρα της ζωής και του πνεύματος, να αγωνισθεί για να διασφαλίσει τα αγαθά του ελεύθερου βίου. Γιατί, όπως και να έχει το ζήτημα, Ιστορία σημαίνει αυτογνωσία κατ’ επέκταση δε, αυτογνωσία σημαίνει Eλευθερία.

Εκκρεμεί βέβαια, η ευρύτερη συγκυρία, αυτή η πρωτοφανής κρίση αξιών που έκπληκτοι και θορυβημένοι βιώνουμε σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς αναγκαζόμαστε, παρά τη θέλησή μας, να διασχίσουμε τη δική μας έρημο, με άσβηστη την ελπίδα μέσα μας πως κάποια στιγμή θα προκύψουν καλύτερες μέρες για εμάς και για τα παιδιά μας.

Έχοντας, ωστόσο, κατά νου ιστορικά προηγούμενα ως σημείο αναφοράς, μπορούμε να αποτιμήσουμε κάπως πιο νηφάλια τα όσα τεκταινόμενα δείχνουν να μάς έχουν αιφνιδιάσει, να μάς έχουν κλονίσει και να μάς έχουν πλημμυρίσει με μια έντονη αίσθηση απαισιοδοξίας και ανασφάλειας. Η μοίρα μάς επιφύλαξε να ζήσουμε σε μια εποχή, η οποία έχει ήδη καταγραφεί από την Ιστορία αφενός μεν ως περίοδος πολιτισμικής παρακμής, αφετέρου δε ως μεταβατική από μια πραγματικότητα σε μια άλλη. Όπως ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος συμβολίζει το αποκορύφωμα της κρίσης της κοινωνίας του τέλους του 19ου αιώνα, έτσι και η Παγκοσμιοποίηση συμβολίζει το αποκορύφωμα της κρίσης της κοινωνίας του τέλους του 20ού. Όπως ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον 19ο αιώνα στον 20ό, έτσι και η Παγκοσμιοποίηση σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον 20ό αιώνα στον 21ο. Το τίμημα είναι βαρύ: στοιχειώδεις ανθρώπινες αρχές, όπως είναι ο σεβασμός του άλλου, αδιαμφισβήτητες διαχρονικές αξίες όπως είναι η έννοια της εθνικής υπόστασης, η έννοια της ελευθερίας, η έννοια της δημοκρατίας, η έννοια της θρησκείας βάλλονται σήμερα βάναυσα, θρασύδειλα, προς όφελος μιας φιλοσοφίας, η οποία προτάσσει με περισσή αλαζονεία και χυδαιότητα έναντι όλων των υπολοίπων, το πρότυπο του εύκολου κέρδους δίχως φραγμούς και δίχως ηθική. Σκληρή δοκιμασία, αλήθεια, για μια κοινωνία που, έπειτα από το πρωτοφανές ολοκαύτωμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οργανώθηκε με γνώμονα την ελπίδα για ειρήνη και προκοπή, προσπαθώντας παράλληλα να απαλείψει κάθε ενδεχόμενο επανόδου του Αρμαγεδώνα υπό οποιαδήποτε μορφή! Σκληρή δοκιμασία, αλήθεια, για μια κοινωνία, που πανηγύρισε περί τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου με την επικράτηση της ελευθερίας επί του ολοκληρωτισμού, πιστεύοντας πως αυτή η μάλλον απρόσμενη, ως προς τους ρυθμούς της τουλάχιστον, εξέλιξη, την έφερε τότε πλησιέστερα στο πρότυπο ενός περισσότερο δίκαιου, ενός περισσότερο δημοκρατικού τρόπου διακυβέρνησης!

Σήμερα, η θλίψη και η απογοήτευση είναι μεγάλες, καθώς βλέπουμε τον  Άνθρωπο, εμπνευστή, επίκεντρο και κινητήριο μοχλό της Κλασσικής εποχής, της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, να ταπεινώνεται, να εξευτελίζεται και να αντιμετωπίζεται σαν να επρόκειτο για απρόσωπα στατιστικά στοιχεία, σαν να επρόκειτο για ποσοτικά οικονομικά μεγέθη.

Σε τέτοιες στιγμές οδύνης, η επίκληση της ιστορικής γνώσης είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε. Η Δημοκρατία του Περικλή, ο Θούριος του Ρήγα, ο Ύμνος στην Ελευθερία του Σολωμού, το Έπος του ΄40 και εκείνο της Αντίστασης ενάντια στον ξένο κατακτητή, η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι και θα παραμείνουν βαθιά χαραγμένα στην ψυχή και στο νου μας. Η Ιστορία είναι η δική μας συνείδηση, η Ιστορία είναι ο δικός μας καθρέπτης. Η γνώση του παρελθόντος είναι απαραίτητη για την κατανόηση του παρόντος, αλλά και η γνώση του παρόντος είναι απαραίτητη για την κατανόηση του παρελθόντος. Μέσω αυτής της αμφίδρομης σχέσης, όπου βλέπουμε τον πραγματικό και τον ιστορικό χρόνο να αλληλοσυμπληρώνονται, να αλληλοεξαρτώνται, να αλληλοκαλύπτονται με συμμετρική, σχεδόν, τελειότητα και ακρίβεια, η εναλλαγή σταθερών και μεταβλητών είναι αδιάκοπη. Οι μεταβλητές αντιπροσωπεύουν τη συγκυριακή διάσταση των πραγμάτων. Τη διάσταση εκείνη που προσδίδει στην κάθε στιγμή το δικό της στίγμα, τη δική της ιδιαιτερότητα και την καθιστά μοναδική στο είδος της. Οι σταθερές, αντίθετα, αντιπροσωπεύουν τον ίδιο τον Άνθρωπο, τις διαχρονικές αρχές, αξίες και ανάγκες του, με προεξέχουσα αυτή της Ελευθερίας. Τις αρχές και τις αξίες εκείνες που αποτελούν αστείρευτη πηγή έμπνευσης, αυταπάρνησης και δύναμης. Τις αρχές και τις αξίες εκείνες που μάς επιτρέπουν όχι μόνο να επιβιώνουμε, αλλά και να βγαίνουμε νικητές από την όποια δοκιμασία η μοίρα φέρει στο διάβα μας. Τις αρχές και τις αξίες εκείνες, που μάς κάνουν να γνωρίζουμε βαθιά μέσα μας σε εποχές όπως η σημερινή, πως όπου κυριαρχεί η απόγνωση, γεννιέται ταυτόχρονα και η ελπίδα. Αυτές ακριβώς είναι οι διαχρονικές αρχές και αξίες, οι σταθερές εκείνες που αναβλύζουν ανάγλυφα μέσα από τη μελέτη, την κατανόηση και τη γνώση της Ιστορίας.

Επιτρέψτε μου λοιπόν να ολοκληρώσω το κείμενο αυτό, παρθενική ανάρτηση της παρούσας ιστοσελίδας, επικαλούμενος τα λόγια μιας εξέχουσας μορφής, που σημάδεψε με την προσωπικότητά της την πορεία της Ανθρωπότητας μέσα στο χρόνο. “Όταν βρίσκομαι σε απόγνωση”, δήλωσε κάποτε ο Mohandas Gandhi, “σκέπτομαι πως στην Ιστορία επικράτησαν πάντοτε η Αλήθεια και η Αγάπη. Τύραννοι υπήρξαν πολλοί. Ορισμένοι μάλιστα από αυτούς φάνταζαν ανίκητοι. Πάντοτε όμως έπεσαν! Πάντοτε…”.

                                                

Avatar photo
Γιάννης Μουρέλος

Ο Γιάννης Μουρέλος είναι Ομότιμος Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΑΠΘ, τ. Διεθυντής και Αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ).

Άρθρα: 3