“[…] H Tenochtitlán είναι χτισμένη πάνω σε μια λιμνοθάλασσα […] Είναι μεγάλη όσο η Σεβίλλη ή η Κόρδοβα. Ορισμένοι από τους κύριους οδικούς άξονες βρίσκονται στην ξηρά, οι υπόλοιποι, όμως, οι μικρότεροι ως επί το πλείστον, είτε είναι κατασκευασμένοι πάνω στο έδαφος, είτε πρόκειται για κανάλια, τα οποία οι κάτοικοι διασχίζουν με τις πιρόγες τους κωπηλατώντας […] Σε όλες τις συνοικίες συναντά κανείς ναούς και τόπους λατρείας. Πρόκειται για πολύ όμορφες κατασκευές [...] Μεταξύ αυτών των ναών, βρίσκεται ειδικά ένας, ο σημαντικότερος, το μέγεθος και τη μεγαλοπρέπεια του οποίου δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς. Ο περίβολός του, που περιστοιχίζεται από ένα ψηλό τείχος, είναι τόσο μεγάλος, που θα μπορούσε, κάλλιστα, να περικλείει πεντακόσια κτήρια. Στην εσωτερική περίμετρο του ναού, είναι χτισμένες ιδιαίτερα κομψές κατοικίες, όπου ζουν ιερείς. Υπάρχουν περί τους σαράντα ψηλοί πύργοι, ψηλότεροι ακόμα και από τον Καθεδρικό Ναό της Σεβίλλης […]”.1
Με αυτά τα λόγια ο Hernán Cortés περιέγραψε σε επιστολή του προς τον βασιλέα Κάρολο Α΄ της Ισπανίας και Ε΄ της Αγίας Ρωμαιο-Γερμανικής Αυτοκρατορίας, το θέαμα, το οποίο αντίκρισε έκθαμβος στις 8 Νοεμβρίου 1519, ατενίζονοντας για πρώτη φορά την πρωτεύουσα της Aυτοκρατορίας των Αζτέκων. Οι Ισπανοί κατακτητές είχαν έρθει σε επαφή με έναν παντελώς άγνωστο πολιτισμό, ο οποίος βρισκόταν σε πλήρη άνθηση. Η γλώσσα και η θρησκεία των Αζτέκων εκτείνονταν σε μια τεράστια επικράτεια, από τις στέπες του βορρά (σημερινά σύνορα ΗΠΑ- Μεξικού) έως τη Γουατεμάλα και από τον Ειρηνικό έως τον Ατλαντικό Ωκεανό. Το όνομα του ηγέτη τους Motecuhzoma Β΄2 προκαλούσε παντού σεβασμό και δέος. Οι έμποροι διέσχιζαν από άκρη σε άκρη την αυτοκρατορία, μεταφέροντας την πραμάτειά τους. Οι φοροεισπράκτορες εκτελούσαν αδιάλειπτα την αποστολή τους. Οι στρατιωτικές φρουρές κρατούσαν σε απόσταση όσους ανυπάκουους απειλούσαν την ηρεμία και την ευημερία του τόπου. Η Tenochtitlán, με 200.000 κατοίκους (την ίδια εποχή η Κωνσταντινούπολη αριθμούσε επίσης 200.000, το Παρίσι 185.000 και η Βενετία 130.000), με εντυπωσιακή ρυμοτομία και αρχιτεκτονική, ήταν, τότε, μια από τις πολυπληθέστερες πόλεις του πλανήτη. Κι’ όμως, ο πολιτισμός των Αζτέκων ή Méxica3 κάθε άλλο παρά διέθετε μακρινές καταβολές. Νομάδες πληθυσμοί, βάρβαροι, φτωχοί και ακτήμονες, οι Αζτέκοι μόλις κατά τον 13ο αιώνα μετοίκησαν στο κεντρικό υψίπεδο του Μεξικού, προερχόμενοι από τις στέπες του βορρά. Τα παλαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή όπου εγκαταστάθηκαν χρονολογούνται από την προϊστορική εποχή. Ακολούθησε σειρά ολόκληρη από πολιτισμούς, οι οποίοι γνώρισαν περίοδο ακμής: οι Ολμέκοι (2ος αιώνας π.Χ.-6ος αιώνας), οι Τολτέκοι (π. 950–1168), οι Μάγια στη χερσόνησο του Yucatán (ΝΑ άκρο του σημερινού κράτους του Μεξικού), ο πολιτισμός των οποίων επιβίωσε έως την ισπανική κατάκτηση, οι Ζαποτέκοι (700 π.Χ.-700) νοτιοδυτικά, κοντά στα σύνορα με τη Γουατεμάλα. Μεγάλες πόλεις όπως η Chichén Itzá, η Monte Albán, η Tula και η Teotihuacán, με τις υπερμεγέθεις πυραμίδες που σώζονται έως σήμερα, άφησαν το στίγμα τους πάνω στη μακραίωνη ιστορία της περιοχής.4
Η Tenochtitlán ιδρύθηκε το 1325, στο σημείο ακριβώς όπου οι Αζτέκοι θεώρησαν πως είδαν έναν οιωνό, σταλθέντα από τον Huītzilōpōchtli, θεό του Ηλίου και του Πολέμου, προστάτη της εξόδου από τον βορρά και της μετοικεσίας τους στο κεντρικό υψίπεδο: έναν αετό καθισμένο σε μια φραγκοσυκιά να κατασπαράζει ένα φίδι. Ακολουθώντας τον οιωνό, ίδρυσαν την πόλη πάνω σε ένα νησί, στο δυτικό άκρο της λιμνοθάλασσας Texcoco, δίνοντας τιμητικά σε αυτή το όνομα του Tenoch (π. 1299-1375), υπό την καθοδήγηση του οποίου διεκπεραίωσαν την πορεία τους από τη μυθική κοιτίδα Aztlán.5 Η εικόνα του αετού με το φίδι παραμένει έως σήμερα το εθνικό έμβλημα του κράτους του Μεξικού. Η γεωγραφική θέση της Tenochtitlán στην πυκνοκατοικημένη λεκάνη του Μεξικού παρείχε σημαντικές ευκαιρίες για εμπόριο. Εκτεινόμενη δε ταχύτατα, η πόλη έφτασε σε καθεστώς ευημερίας. Ακριβώς έναν αιώνα αργότερα, μετεξελίχθηκε σε πρωτεύουσα, με τον σχηματισμό της Aυτοκρατορίας των Αζτέκων το 1428. Πυρήνας της αυτοκρατορίας ήταν η Τριπλή Συμμαχία, η οποία είχε συνομολογηθεί ανάμεσα σε τρεις πόλεις – κράτη: Tenochtitlán, Texcoco (δημιούργημα επίσης των Αζτέκων στο απέναντι άκρο της λιμνοθάλασσας) και Tlacopán (στον ορεινό περίγυρο, με καταβολές στον παλαιότερο πολιτισμό των Ολμέκων). Πολύ γρήγορα, ωστόσο, η Tenochtitlán αναγορεύθηκε σε ρυθμιστή και κυρίαρχη παράμετρο της Τριπλής Συμμαχίας, χάρη στη στρατιωτική της ισχύ.6 Η αυτοκρατορία διεύρυνε τη δύναμή της με έναν συνδυασμό εμπορίου και επεκτατικών πολέμων. Επέβαλε τον έλεγχό της στις κατακτημένες πόλεις-κράτη, είτε τοποθετώντας φιλικούς προς αυτήν κυβερνήτες, είτε δημιουργώντας συγγενικούς δεσμούς μέσω γάμων, είτε, ακόμα, καλλιεργώντας σε όλα τα διαφορετικά φύλα την αίσθηση ότι αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν υπήρχε ανάγκη για ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, που να διασφαλίζουν την τάξη στις απομακρυσμένες επαρχίες. Οι υποτελείς λαοί έφεραν την υποχρέωση να καταβάλλουν τακτικά φόρο, ενώ το γεγονός ότι η επικοινωνία και το εμπόριο μεταξύ των απομακρυσμένων περιοχών της αυτοκρατορίας ήταν σχεδόν ανύπαρκτα, ανάγκαζε όλους τους λαούς να στρέφονται προς το εσωτερικό για την προμήθεια πρώτων υλών και αναγκαίων αγαθών.7
Με αυτόν τον τρόπο, η Τριπλή Συμμαχία εξασφάλισε την οικονομική εξάρτηση όλων των κατακτημένων πόλεων-κρατών από την ίδια. Η ισχύς και η έκταση της αυτοκρατορίας πολλαπλασιάστηκαν αδιάλειπτα μέχρι το 1519. Με την έλευση των Ισπανών, η Αυτοκρατορία των Αζτέκων αριθμούσε 38 πόλεις, περισσότερο οικονομικές παρά πολιτικές οντότητες, υποχρεωμένες να πληρώνουν φόρο στην κεντρική εξουσία.8
Προλήψεις, δεισιδαιμονίες, πόλεμοι και ανθρωποθυσίες
Οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες ήταν δημιουργήματα της αμάθειας, της άγνοιας, της ανασφάλειας, του φόβου, του δέους και της αβεβαιότητας έναντι των φαινομένων της φύσης. Αν και συνυφασμένη με τον πολιτισμό των Αζτέκων, η πρακτική των ανθρωποθυσιών στην Κεντρική Αμερική ήταν στην πραγματικότητα πολύ παλαιότερη, είχε δε υιοθετηθεί από όλους όσους είχαν προηγηθεί της μετοικεσίας των τελευταίων στη λεκάνη του Μεξικού.9 Αποτελεί το αιματηρό και βίαιο αντίβαρο στον, κατά τα άλλα, εκλεπτυσμένο τρόπο της καθημερινής ζωής. Μάλιστα, η απάνθρωπη αυτή πρακτική ενισχύθηκε παράλληλα με την εξέλιξη των ηθών. Η δεσπόζουσα θέση, την οποία οι ανθρωποθυσίες καταλάμβαναν στην περίπτωση των Μάγια, κυρίως δε σε εκείνη των Αζτέκων, είναι το διακριτικό γνώρισμα που κάνει τους δύο αυτούς πολιτισμούς να ξεχωρίζουν συγκριτικά με τους υπόλοιπους. Η εμμονή, στα όρια της παραφροσύνης, για ομαδικές θυσίες, πήγαζε από την ίδια την κοσμοαντίληψη των πολιτισμών αυτών. Οι Αζτέκοι ήταν πεπεισμένοι πως του δικού τους κύκλου ζωής είχαν προηγηθεί άλλοι τέσσερις (οι επονομαζόμενοι “Τέσσερις Ήλιοι”). Άπαντες είχαν άσχημο τέλος εξαιτίας κατακλυσμών και άλλου είδους φυσικών, ως επί το πλείστον, καταστροφών. Ο ισχύων κύκλος επρόκειτο, με τη σειρά του, να ολοκληρωθεί με καταστροφικούς σεισμούς (άλλωστε ακόμα και σήμερα η Κεντρική Αμερική, ιδιαίτερα δε το Μεξικό, είναι σεισμογενείς περιοχές υψηλού κινδύνου). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, ο κύκλος είχε συμπληρώσει την πορεία του και η συντέλεια του κόσμου ήταν πιθανό να επέλθει ανά πάσα στιγμή.10 Ο Ήλιος, που εθεωρείτο θνητός, κάθε φορά που έσβηνε αντικαθίστατο από έναν άλλον, καινούριο. Οι τέσσερις πρώτοι Ήλιοι έζησαν από 5.000 χρόνια ο καθένας, δημιουργώντας τον κόσμο και προσθέτοντας κάτι νέο κάθε φορά. Ο θεός Xolotl (θεός του Φωτός και του Θανάτου, που συνόδευε τον Ήλιο από τη στιγμή της δύσης έως εκείνη της ανατολής), έπλασε τον άνθρωπο και κατόπιν θυσιάστηκε, ώστε με το αίμα του ο Ήλιος να δύναται να μεσουρανεί. Όμως, και πάλι, ο (πέμπτος κατά σειρά) Ήλιος χρειαζόταν τροφή προκειμένου να ζήσει. Γι’ αυτό, προτού πεθάνει, ο Xolotl όρισε πως οι άνθρωποι έπρεπε να θυσιάζονται, ώστε με το αίμα τους (το επονομαζόμενο “πολύτιμο νερό”) να τρέφεται ο Ήλιος και να συνεχίζει να λάμπει. Με δεδομένα τα παραπάνω, εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της ταραχής και της ανασφάλειας, από τις οποίες διακατεχόταν σε καθημερινή κλίμακα το σύνολο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, από τον αυτοκράτορα έως τον τελευταίο υπήκοο, μέχρις ότου χαράξει η επόμενη μέρα.11
Επιπλέον, οι μεσοαμερικανικές κοινωνίες ήταν “κοινωνίες θεάματος”. Το όλο τελετουργικό, καθώς και η μεγαλοπρεπής σκηνοθεσία των ανθρωποθυσιών, ήταν αντανάκλαση του σύμπαντος πάνω στη γη, απόδειξη της παρουσίας των θεών ανάμεσα στους θνητούς. Ιερείς και θύματα προσλάμβαναν τη μορφή των θεών. Για την ακρίβεια, μεταλλάσσονταν προς στιγμήν σε θεούς, παραχωρώντας τα σώματά τους γι’ αυτή την απόλυτη ένωση μπροστά στο εκστασιασμένο πλήθος. Η σημερινή κοινωνία (επίσης “κοινωνία θεάματος”) είναι σε θέση να αξιολογήσει και να κατανοήσει καλύτερα αυτούς τους πολιτισμούς, οι οποίοι, επιστρατεύοντας το σύνολο των δυνάμεών τους, επιδεικνύονταν ως θέαμα στον ίδιο τους τον εαυτό, προκειμένου να εξορκίσουν ανασφάλειες και υπαρξιακές αγωνίες. O πόλεμος και οι ανθρωποθυσίες αποτελούσαν τους δύο πυλώνες ενός συστήματος, το οποίο συνέδεε την άσκηση της εξουσίας με την αναζωογόνηση του σύμπαντος.
Ο πόλεμος, έτσι όπως τον διεξήγαγαν οι Αζτέκοι, δεν είχε ως πρώτιστο στόχο την κατάκτηση νέων εδαφών. Το ζητούμενο ήταν η σύλληψη του μέγιστου δυνατού αριθμού αιχμαλώτων, οι οποίοι, κατόπιν, οδηγούνταν στον βωμό των ανθρωποθυσιών. Στο πεδίο των μαχών, η βία ήταν σχετικά περιορισμένη, καθώς αντικειμενικός σκοπός δεν ήταν η φυσική εξόντωση του αντιπάλου. Η επιτακτική ανάγκη για σύλληψη αιχμαλώτων είχε εκ των πραγμάτων οδηγήσει την ηγεσία των Αζτέκων στην επιλογή μιας εμπόλεμης κατάστασης διαρκείας. Έτσι εξηγείται και ο λόγος, για τον οποίον οι αρχές της Tenochtitlán ανέχονταν, εάν όχι πριμοδοτούσαν, τη διατήρηση, εντός του εδάφους τους, του εχθρικού θύλακα της Tlaxcala, ανατολικά της πρωτεύουσας, στο μέσο περίπου της απόστασης από τις ακτές του Ατλαντικού. Ο ρυθμός των ανθρωποθυσιών επ’ ουδενί έπρεπε να ελαττωθεί, η δε διασφάλιση “πολύτιμου νερού” μέσω των πολεμικών επιχειρήσεων, ήταν μια πρακτική που συνέφερε αμφότερες τις πλευρές.12
Ο πόλεμος δεν ήταν ο αποκλειστικός τροφοδότης θυμάτων για τις ανθρωποθυσίες. Υπήρχαν και οι σκλάβοι, τους οποίους οι εύπορες οικογένειες αγόραζαν ακριβώς για τον σκοπό αυτό. Πολλά θύματα επιλέγονταν και από τους ιερείς, με κριτήρια, τα οποία δεν είναι σήμερα γνωστά. Τέλος, υπήρχαν και άτομα (άνδρες και γυναίκες), τα οποία προσέφεραν οικειοθελώς τη ζωή τους. Η πιο κοινή μορφή θυσίας ήταν εκείνη που γινόταν προς τιμήν του Huītzilōpōchtli, θεού του Ηλίου, του Πολέμου και προστάτη της Tenochtitlán . Το γυμνό -εκτός από ένα περίζωμα- σώμα του θύματος βαφόταν με κατακόρυφες κόκκινες και λευκές λωρίδες. Το υποψήφιο θύμα ανέβαινε το κλιμακοστάσιο στην πρόσοψη της πυραμίδας και έφτανε στην εξέδρα, μπροστά στον βωμό του θεού, κατασκευασμένο από ηφαιστειακή πέτρα. Εκεί το ακινητοποιούσαν τέσσερις ιερείς. Κρατώντας ο καθένας από ένα μέλος, ξάπλωναν το θύμα πάνω στον βωμό. Ένας πέμπτος ιερέας, κραδαίνοντας ένα λίθινο ακονισμένο μαχαίρι, τού έκανε μια τομή στο στήθος, κατά μήκος του στέρνου και των πλευρών. Αποσπούσε την καρδιά που παλλόταν ακόμα και την έτεινε ψηλά προς τον ήλιο, ενώ τα είδωλα των θεών αλείφονταν με ζεστό αίμα. Οι ιερείς τοποθετούσαν τις καρδιές μέσα σε πέτρινα αγγεία και ακολούθως αποκεφάλιζαν το πτώμα. Στη συνέχεια, το άφηναν να κυλήσει από τα 114 σκαλοπάτια της Μεγάλης Πυραμίδας έως τη βάση. Σούβλιζαν το κεφάλι σε ένα ξύλινο πλαίσιο, γνωστό ως «καβαλέτο των κρανίων». Το σώμα είτε αποτεφρωνόταν, είτε δινόταν στον πολεμιστή που είχε αιχμαλωτίσει το θύμα. Αυτός μπορούσε να το τεμαχίσει και να το στείλει σε σημαντικά πρόσωπα εν είδει προσφοράς, ή ακόμα και να το καταναλώσει ο ίδιος (τελετουργικός κανιβαλισμός). Έως και οι σκληροτράχηλοι Ισπανοί πάγωσαν από φόβο και φρίκη μόλις αντίκρισαν για πρώτη φορά τα αιματοβαμμένα σκαλοπάτια της πυραμίδας και εισέπνευσαν τη δυσοσμία που ανέβλυζε από το τρομακτικό κρεματόριο.13
Δύο διευκρινίσεις κρίνονται απαραίτητες για μια πληρέστερη κατανόηση του όλου φαινομένου. Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως με γνώμονα τη χριστιανική ηθική και τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής του 16ου αιώνα, όλα τα παραπάνω ήταν αποτρόπαια. Ως τέτοια, άλλωστε, εκλήφθηκαν μόλις επιτεύχθηκε επαφή με τον πολιτισμό των Αζτέκων. Για τις προκολομβιανές κοινωνίες όμως, κλεισμένες στον εαυτό τους και διακατεχόμενες από υπερφυσικού μεγέθους δεισιδαιμονίες, προλήψεις και υπαρξιακές αγωνίες, διέθεταν κάποια λογική βάση. Αν μη τι άλλο, ήταν ένας τρόπος επιβίωσης, εξαγνισμού, προσήλωσης στα θεία, συνακόλουθα δε, πρόσκαιρης αποτροπής της συντέλειας του κόσμου. Κατά δεύτερο λόγο, μια τόσο μοιρολατρική, ψυχοφθόρα και ηττοπαθής ψυχολογία, εξηγεί από μόνη πώς και γιατί οι κοινωνίες αυτές υποτάχθηκαν σχεδόν αμαχητί στον κατά πολύ ανώτερο, από απόψεως στρατιωτικής ισχύος, ισπανικό πολιτισμό, μέχρι σημείου ολοκληρωτικού αφανισμού.
The Aztecs – A Clash of Worlds (Part 1)
Ο Hernán Cortés και η κατάκτηση του Μεξικού
Αντικρίζοντας, στις 12 Οκτωβρίου 1492 τις σημερινές Νήσους Μπαχάμες, ο Χριστόφορος Κολόμβος θεώρησε πως είχε φτάσει στις ακτές της Ασίας. Σε ένα πρώτο στάδιο, η παρουσία των Ισπανών στην Καραϊβική περιορίστηκε στον Άγιο Δομήνικο, το Πουέρτο Ρίκο και την Κούβα. Η εξερεύνηση των ακτών της Κεντρικής Αμερικής ξεκίνησε έπειτα από το γύρισμα του αιώνα. Επί είκοσι ολόκληρα χρόνια, οι καραβέλλες των Ισπανών και οι πιρόγες των ιθαγενών διασταυρώνονταν στα ανοικτά, παρατηρώντας οι μεν τις δε. Το 1511, ένα ισπανικό πλοίο εξώκειλε, λόγω κακοκαιρίας, στη χερσόνησο του Yucatán. Ήταν η πρώτη επαφή με τον εκεί πολιτισμό των Μάγια. Καθώς δεν επέζησαν παρά μόνο δύο άτομα από το πλήρωμα (το ένα, μάλιστα, ελευθερώθηκε αργότερα από τον Cortés), η ανακάλυψη του νοτιοανατολικού τμήματος του Μεξικού πέρασε εντελώς απαρατήρητη εν μέσω των συχνότατων ναυαγίων της εποχής εκείνης. Το 1517, μια αποστολή τριών πλοίων με προέλευση την Κούβα κατέπλευσε στην ίδια περιοχή, ερχόμενη σε ένοπλη αντιπαράθεση με τους ιθαγενείς. Οι Ισπανοί αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν εσπευσμένα στα πλοία, εξαιτίας των μεγάλων απωλειών που είχαν υποστεί. Ωστόσο, επιστρέφοντας στην Κούβα, περιέγραψαν με θαυμασμό τα όσα είχαν προλάβει να δουν, εκθειάζοντας τη ρυμοτομία των οικισμών των Μάγια, τον φυσικό πλούτο της περιοχής, τα ακριβά φορέματα και τα πολύτιμα κοσμήματα, τα οποία φορούσαν οι αυτόχθονες πληθυσμοί. Ένα χρόνο αργότερα, μια νέα αποστολή κινήθηκε κατά μήκος των ακτών του κόλπου του Μεξικού, ερχόμενη για πρώτη φορά σε επαφή με τους Αζτέκους. Οι τελευταίοι επιφύλαξαν θερμή υποδοχή, προσφέροντας στους έκπληκτους Ισπανούς χρυσά αντικείμενα ως δώρα.14
Στις 10 Φεβρουαρίου 1519, απέπλευσε από την Κούβα, ένας στόλος 11 πλοίων, υπό τη διοίκηση του Hernán Cortés. Μετέφερε 508 στρατιώτες, 16 άλογα και 14 πυροβόλα. Τον Απρίλιο κατέπλευσε στις ακτές του Μεξικού, στο ύψος της σημερινής πόλης Veracruz.15 Οι διαδοχικές εμφανίσεις των Ισπανών τα δύο τελευταία χρόνια, είχαν έντονα προβληματίσει τον αυτοκράτορα Motecuhzoma Β΄ και τους υπηκόους του. Ο απόηχος, ο οποίος είχε φτάσει έως την Tenochtitlán, περιέγραφε με δέος τις καραβέλλες ως “βουνά, που μετακινούνταν επάνω στη θάλασσα”. Επιπρόσθετα, το 1519 ήταν ιδιαίτερο έτος για τους Αζτέκους. Σύμφωνα με μια προφητεία, συμπληρωνόταν τότε ο κύκλος των 52 ετών, που επρόκειτο να κλείσει με την επανεμφάνιση του Quetzalcoatl, θεού του Ανέμου και της Μάθησης, ο οποίος είχε καταφύγει σε έναν άγνωστο τόπο, προς τα ανατολικά. Αγαπημένος θεός των ιερέων, ο Quetzalcoatl είχε, όσο κανένας άλλος ομόλογός του, συνδέσει το όνομά του με την έννοια του θανάτου και της αναγέννησης. Στη συνείδηση των Αζτέκων, οι μυστηριώδεις ξένοι με λευκή επιδερμίδα, ερχόμενοι από τα ανατολικά, ιππεύοντας άλογα (ζώα που δεν είχε δει κανείς στο παρελθόν), φορώντας απαστράπτουσες πανοπλίες και δημιουργώντας με τον οπλισμό τους πραγματικούς κεραυνούς, φάνταζαν ως θεοί. Ο Quetzalcoatl είχε επανέλθει, διεκδικώντας επάξια την κληρονομιά του!16 Στην πραγματικότητα, τον Motecuhzoma βασάνιζε ένα δίλημμα: να αντιμετωπίσει τους εισβολείς ως θεούς ή ως εχθρούς; Έτσι εξηγούνται, άλλωστε, οι παλινδρομήσεις που χαρακτήριζαν την εν γένει συμπεριφορά του. Η αντιπροσωπεία, την οποία έστειλε στην ακτή, τους υποδέχθηκε με τιμές, πλούσια δώρα και, φυσικά, με ανθρωποθυσίες. Γρήγορα, όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Ο αυτοκράτορας έστειλε επιτόπου τους καλύτερους μάγους του, με αποστολή να εξορκίσουν τα κακά πνεύματα. Διαπιστώνοντας πως οι ξένοι παρέμεναν απαθείς στα μάγια, πέρασε ανεπιτυχώς, εξαιτίας της διαφοράς ισχύος, στην επίθεση. Από τις πρώτες, κιόλας, αναμετρήσεις, ο αυτοκράτορας των Αζτέκων είχε διαβλέψει το δραματικό τέλος, που επίκειτο. Γι’ αυτό και τα συναισθήματά του αμφιταλαντεύονταν διαρκώς ανάμεσα στην πρόθεση να παραιτηθεί από τον θρόνο και την αγανάκτηση, η οποία τον προέτρεπε για παράταση των εχθροπραξιών. Από τη δική του πλευρά, ο Cortés, έχοντας προηγουμένως καταστρέψει τον στόλο του, εξουδετερώνοντας έτσι κάθε υπόνοια για επιστροφή, και εγκαταστήσει μια φρουρά 100 ατόμων στην ακτή, ξεκίνησε, τον Αύγουστο του 1519, την πορεία προς την ενδοχώρα.17
Η πρώτη αντίσταση προήλθε, μεταξύ 2 και 5 Σεπτεμβρίου, από τον ορκισμένο εχθρό των Αζτέκων, την πόλη Tlaxcala, που έλεγχε την πρόσβαση στο κεντρικό υψίπεδο. Γρήγορα, ωστόσο, οι δύο πλευρές συνειδητοποίησαν τα μεγάλα πλεονεκτήματα μιας μεταξύ τους συνεργασίας ενάντια στον κοινό αντίπαλο, την Τριπλή Συμμαχία.18 Τον Οκτώβριο, η μικρή δύναμη των Ισπανών, συνοδευόμενη από 1.000, περίπου, οπλισμένους άνδρες από την Tlaxcala, εισήλθε στη Cholula, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Κεντρικού Μεξικού μετά την Tenochtitlán. Θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα προς την πρωτεύουσα και τον αυτοκράτορα, ο Cortés συγκέντρωσε χιλιάδες προύχοντες στην κεντρική πλατεία και τους εκτέλεσε. Κατόπιν, πυρπόλησε ένα τμήμα της πόλης.19 Επικεφαλής ενός υπολογίσιμου στρατού, καλά εξοπλισμένου, έφτασε στις 8 Νοεμβρίου 1519 στις πύλες της Tenochtitlán, όπου τον ανέμενε ένας θορυβημένος και έντρομος Motecuhzoma, πλαισιωμένος από υψηλούς κρατικούς λειτουργούς, μεταξύ των οποίων και ο βασιλιάς του γειτονικού Texcoco. Το συναπάντημα δύο εκ διαμέτρου διαφορετικών κόσμων πρέπει να ήταν ένα αξέχαστο θέαμα. Πεπεισμένος πως απευθυνόταν στον θεό Quetzalcoatl, ο αυτοκράτορας εκφράστηκε ως εξής: “Καλώς ορίσατε, θεέ μας, πίσω στον τόπο σας, κοντά στον λαό σας, προκειμένου να ανεβείτε εκ νέου στον θρόνο σας, του οποίου υπήρξα προσωρινός κάτοχος”.20 Οι Ισπανοί εισήλθαν αμέσως στην πόλη και εγκαταστάθηκαν στα παλαιά ανάκτορα. Πρώτη τους ενέργεια ήταν να θέσουν υπό κράτηση τον Motecuhzoma και άλλα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα.21
Επί οκτώ μήνες, ακολούθησε μια νόθος κατάσταση. Αν και αιχμάλωτος, ο αυτοκράτορας κατέβαλε αγωνιώδεις προσπάθειες προκειμένου να καταπραΰνει την οργή των υπηκόων του. Από τη δική τους πλευρά, οι Ισπανοί επιχειρούσαν να επιβάλουν, μέσω του Motecuhzoma, ένα καθεστώς προτεκτοράτου, τη στιγμή που οι σύμμαχοί τους από την Tlaxcala δεν έχαναν ευκαιρία να αποδείξουν έμπρακτα το μίσος τους ενάντια στους Αζτέκους. Με την πάροδο του χρόνου η ένταση συσσωρεύθηκε καθώς, ολοένα και περισσότερο, οι Ισπανοί αντιτίθονταν στις εκδηλώσεις λατρείας των τοπικών θεών και κατείσχαν μεγάλη ποσότητα αντικειμένων από χρυσό και πολύτιμους λίθους. Ακολούθησαν χειρότερες καταστάσεις, οι οποίες οδήγησαν τα πράγματα σε ευθεία αντιπαράθεση. Με αφορμή τελετή προς τιμή του θεού Huītzilōpōchtli, οι Ισπανοί εξολόθρευσαν ολόκληρη, σχεδόν, την τάξη των ευγενών (περί τα 10.000 άτομα).22
Τον Ιούνιο του 1520 ξέσπασε γενικευμένη εξέγερση. Ο Motecuhzoma έχασε τη ζωή του κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Λέγεται ότι θανατώθηκε από τους Ισπανούς ή λιθοβολήθηκε από εξαγριωμένους υπηκόους του, όταν, κατόπιν διαταγής των κατακτητών, εξήλθε στον εξώστη των ανακτόρων σε μια προσπάθεια να εξευμενίσει τα πλήθη.23 Αιφνιδιασμένοι και περικυκλωμένοι από τους υπεράριθμους Αζτέκους, οι Ισπανοί επιχείρησαν ηρωική έξοδο από την Tenochtitlán στις 30 Ιουνίου, εκμεταλλευόμενοι το βαθύ σκοτάδι, την ισχυρή βροχή και την απουσία σελήνης. Η φυγή έγινε αντιληπτή και οι απώλειές τους υπήρξαν βαρύτατες. O Bernal Díaz del Castillo (1490 – 1584), χρονογράφος της εκστρατείας, κάνει λόγο για 1.860 νεκρούς, συμπεριλαμβανομένων και των πολυάριθμων συμμάχων από την Tlaxcala. Οι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στον βωμό των ανθρωποθυσιών. Η νύκτα της 30ής Ιουνίου παρέμεινε γνωστή ως “Νύκτα θλίψης” (“Noche Triste”). Ο ίδιος ο Cortés, μόλις κατάφερε να απομακρυνθεί από την πόλη, ευρισκόμενος σε κατάσταση απόγνωσης από το μέγεθος της καταστροφής, σωριάστηκε κάτω από ένα δέντρο και αναλύθηκε σε λυγμούς.24
Αποσύρθηκε στην Tlaxcala, από όπου άρχισε να προετοιμάζει την ανακατάληψη της Tenochtitlán. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, οι προσπάθειες του νέου αυτοκράτορα Cuauhtémoc (1497-1525) να αναβιώσει την Τριπλή Συμμαχία, δεν καρποφόρησαν. Οι κάτοικοι του Texcoco και της Tlacopán επέλεξαν τελικά να προσχωρήσουν στο στρατόπεδο των Ισπανών. Η επιθυμία τους να αποκομίσουν οφέλη από τη διαφαινόμενη κατάρρευση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων, δεν τους επέτρεψε να διαβλέψουν, όπως άλλωστε και οι ομόλογοί τους της Tlaxcala, πως θα τύγχαναν και αυτοί ανάλογης μεταχείρισης αργότερα.25
Η πολιορκία της πρωτεύουσας από τις ανασυνταχθείσες δυνάμεις του Cortés και των συγκυριακών συμμάχων του ξεκίνησε τον Μάιο του 1521 και διήρκεσε επί τρεις μήνες. Για τον σκοπό αυτό, οι Ισπανοί είχαν ναυπηγήσει ειδικό στολίσκο από ιστιοφόρα, ο οποίος τους εξασφάλισε τον έλεγχο της λιμνοθάλασσας και του συνόλου των προσβάσεων προς την πόλη. Καταπονημένοι από την πολύμηνη πολιορκία, την πείνα, τη δίψα και αποδεκατισμένοι από μια επιδημία ευλογιάς, που είχαν μεταφέρει από την Κούβα οι εισβολείς, οι κάτοικοι της Tenochtitlán παραδόθηκαν στις 13 Αυγούστου. Ο Cuauhtémoc καθαιρέθηκε, τέθηκε υπό περιορισμό, βασανίστηκε και, τέλος, απαγχονίστηκε το 1525, με την ψευδή κατηγορία της προτροπής σε εξέγερση. Έτσι είχε η άδοξη και δραματική κατάληξη της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων.26
Τα αίτια της κατάρρευσης και η επιβολή της ισπανικής διοίκησης
Αζτέκοι και Ισπανοί δεν διεξήγαγαν τον ίδιο πόλεμο. Για τους πρώτους, ο πόλεμος ήταν μια αναμέτρηση, με τους θεούς σε ρόλο ανώτατου επιδιαιτητή, την οποία έφεραν εις πέρας εφαρμόζοντας σχολαστικά συγκεκριμένους παραδοσιακούς κανόνες. Στόχος ήταν η ανεύρεση αιχμαλώτων για τις ανθρωποθυσίες. Οι ηττημένοι όφειλαν να αναγνωρίζουν την εξουσία της Tenochtitlán, να διαθέτουν τους ναούς τους στη λατρεία του Huītzilōpōchtli και να πληρώνουν φόρο υποτέλειας. Κατά τα άλλα, διατηρούσαν την πολιτιστική ή, ακόμα, και την πολιτική τους αυτονομία. Οι Ισπανοί, αντίθετα, διεξήγαγαν έναν πόλεμο ολοκληρωτικό. Στόχος ήταν η δια της βίας επιβολή της δικής τους θρησκείας, η διάλυση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων προς όφελος εκείνης του Καρόλου Ε΄, η λεηλασία του πλούτου και η υπαγωγή των ιθαγενών στην κατηγορία των σκλάβων. Παρά τον μικρό, συγκριτικά, αριθμό τους, διέθεταν τα μέσα εκείνα, τα οποία έκαναν τη διαφορά. Οι πανοπλίες, η χρήση της πυρίτιδας (μουσκέτα και πυροβόλα), τα ιστιοφόρα και τα άλογα τους εξασφάλιζαν μια συντριπτική υπεροχή απέναντι σε έναν πολυάριθμο στρατό, ελαφρά εξοπλισμένο με ξίφη, εύκολα διαπεράσιμες ασπίδες, τόξα και βέλη και που μετακινείτο πεζή ή με πιρόγες. Ωστόσο, η στρατιωτική ισχύς των Ισπανών θα αποδεικνυόταν παντελώς ανεπαρκής, αν δεν συστρατεύονταν στο πλευρό τους οι πόλεις εκείνες, οι οποίες προσδοκούσαν να αντλήσουν οφέλη από μια κατάρρευση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων. Η ευρεία συμμετοχή τους στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, προσέδωσε τελικά στους Ισπανούς την αριθμητική ισορροπία στο πεδίο των εχθροπραξιών και επέτρεψε να διαφανεί η τεχνολογική και τακτική τους υπεροχή.27
Καθοριστικής σημασίας υπήρξε, επίσης, η συνεισφορά του ψυχολογικού παράγοντα. Η μοιρολατρική αναμονή ενός αναπόφευκτου και κατακλυσμιαίου τέλους, προσέδωσε, στα μάτια των Αζτέκων, θεϊκές διαστάσεις στους πρωτόγνωρους εισβολείς.28 Χρειάστηκε να περάσουν οκτώ ολόκληροι μήνες και να μεσολαβήσει η σφαγή της Μεγάλης Πυραμίδας, ούτως ώστε να ενεργοποιηθεί στη συνείδησή τους το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Το οριακό σημείο υπήρξε η “Noche Triste” της 30ής Ιουνίου 1520. Με μεγάλη, έστω, χρονική καθυστέρηση, η δυναμική αντίδραση των Αζτέκων έφερε τους αντιπάλους τους στο χείλος της απόλυτης καταστροφής. Οι Ισπανοί κατάφεραν να ανασυνταχθούν αποκλειστικά και μόνο χάρη στη δυνατότητα διαμονής τους, επί ένα και πλέον έτος, στο ασφαλές και φιλόξενο περιβάλλον της Tlaxcala.
Το 1522, ο Cortés αναγορεύθηκε σε διοικητή της “Νεας Ισπανίας” (“Nueva España”). Επέβαλε τη χριστιανική θρησκεία, απαγόρευσε τις ανθρωποθυσίες, τον τελετουργικό κανιβαλισμό και την κατανάλωση παραισθησιογόνων φυτών, κατεδάφισε τους ναούς των Αζτέκων (συμπεριλαμβανομένης και της Μεγάλης Πυραμίδας), κατέστρεψε τα είδωλα, εξολόθρευσε τους ιερείς. Εν ολίγοις, η εικονοκλαστική βία υποκατέστησε εκείνη των ανθρωποθυσιών. Η έλευση, το 1525, Φραγκισκανών μοναχών, συνέπεσε με νέο γύρο βίαιου προσηλυτισμού στον Χριστιανισμό. Η κατάργηση της πολυγαμίας επέφερε μεγάλη αναστάτωση στον οικογενειακό ιστό της ντόπιας κοινωνίας, καθώς έριξε στον δρόμο πλήθος από δευτερεύουσες συζύγους με τα παιδιά τους, τα οποία, με το στίγμα του “νόθου”, βρέθηκαν δίχως όνομα και μέλλον. Οι όποιες αναφορές στο πρόσφατο παρελθόν εμφάνιζαν τους Αζτέκους ως βάρβαρους ειδωλολάτρες. Ήταν η μόνη επαφή των ιθαγενών με την Ιστορία. Τα κατηχητικά σχολεία, όπου φοιτούσαν γόνοι της παλαιάς άρχουσας τάξης, μετεξελίχθηκαν σε φυτώρια “γενίτσαρων”, σφυρηλατώντας γενιές ολόκληρες νέων ανθρώπων, που προσέφεραν κατόπιν τις υπηρεσίες τους στην ισπανική διοίκηση ως υπάλληλοι, πράκτορες και καταδότες. Οι όποιες υπόνοιες περί αντίστασης, εξουδετερώθηκαν ταχύτατα, δια της μεθόδου των ομαδικών εκτελέσεων. Γρήγορα έκανε την εμφάνισή του ένας νέος φυλετικός συνδυασμός, προϊόν επιμειξίας μεταξύ ιθαγενών και κατακτητών. Πρόκειται για μιγάδες (“Mestizo”), κατηγορία, στην οποία ανήκει σήμερα το σύνολο, σχεδόν, του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής.29
Το χάος, το οποίο διαδέχθηκε στην καθημερινότητα αλλά και στην ψυχή των ιθαγενών τη βίαιη επιβολή και άσκηση της αποικιακής διοίκησης, δεν είναι εύκολο να περιγραφεί με λέξεις. Η συντριβή από την κατάκτηση, οι ξενόφερτες θανατηφόρες επιδημίες (με αιχμές τα έτη 1545-1548, 1581-1586 και 1629-1631), η απάνθρωπη εκμετάλλευση και ο αφανισμός παραδοσιακών αρχών και αξιών συγκροτούν το τετράπτυχο της νέας πραγματικότητας. Ο υψηλός δείκτης αυτοκτονιών από απελπισία ήρθε να συμπληρώσει την ανείπωτη αυτή ανθρώπινη τραγωδία. Ο πέμπτος κύκλος της προφητείας των Αζτέκων προσέλαβε αναπάντεχη μορφή: το πολυαναμενόμενο απότομο τέλος του κόσμου είχε μετουσιωθεί σε ένα μακρόσυρτο μαρτύριο. Το αγεφύρωτο πολιτισμικό χάσμα και η μετάβαση από τη μια εποχή στην άλλη, αποτυπώνονται εύγλωττα, περί τα μέσα του 16ου αιώνα, στα αυθόρμητα λόγια ενός εκχριστιανισθέντος αυτόχθονα: “Η μεγάλη ελευθερία, την οποία απολαμβάνουμε τώρα, [σημ. αναφέρεται προφανώς στο χριστιανικό κήρυγμα, στο ποσοστό βέβαια που το έχει ο ίδιος κατανοήσει και αφομοιώσει] είναι ακόμα πιο τρομακτική, καθώς δεν μας υποχρεώνει πλέον κανείς να φοβόμαστε ή να σεβόμαστε τον οποιοδήποτε”.30
Η δια νόμου διάκριση μεταξύ Ισπανών και Ινδιάνων (ο όρος “Ινδιάνοι” είχε υιοθετήθεί ήδη από τον 16ο αιώνα υποδεικνύοντας τους αυτόχθονες), καταργήθηκε το 1821, όταν το Μεξικό απόκτησε την ανεξαρτησία του. Θύλακες αυθεντικών απογόνων των Αζτέκων (και όχι μιγάδων) υπήρχαν στις παρυφές της Πόλης του Μεξικού έως τη δεκαετία του 1940. Με την πάροδο του χρόνου απομυζήθηκαν από τη χοάνη της μεγαλούπολης των 10 και πλέον εκατομμυρίων κατοίκων.
The Aztecs – A Clash of Worlds (Part 2)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Σημειώσεις
- Hernán Cortés, Letters from Mexico, μετάφραση και επιμέλεια Anthony Pagden, New Haven, CT, Yale University Press, 2001, σ. 72-74. Για τη ρυμοτομική και κτηριακή μεγαλοπρέπεια των Αζτέκων βλ. Clark, John C., ”Aztec Dimensions of Holiness” στο Morley, Iain – Renfrew, Colin (επιμ.), The Archaeology of Measurement: Comprehending Heaven, Earth and Time in Ancient Societies, Cambridge, Cambridge University Press, 2010, σ. 150-169. ↩︎
- Το όνομα Motecuhzoma διαθέτει ποικίλες παραλλαγές και ορθογραφικές αποδόσεις. Στην ιθαγενή γλώσσα Νάουατλ (Náhuatl) των Αζτέκων, η λέξη motekʷso:ma σημαίνει “συνοφρυώνεται σαν άρχοντας”. Η αρχική απόδοση του ονόματος στην ισπανική γλώσσα ήταν “Moctezuma”, με αναγραμματισμό, που ακόμα και σήμερα εξακολουθεί υπό αυτή τη μορφή να αποτελεί κοινό όνομα στο Μεξικό. Αργότερα υιοθετήθηκε η πλησιέστερη ηχητικά προς τη Νάουατλ γραφή “Motecuzoma”. Στα αγγλικά, συχνότερη επιλογή σε ένα πρώτο στάδιο ήταν η παραλλαγή “Montezuma”. Σήμερα έχει πλέον επικρατήσει η απόδοση “Motecuhzoma” ή “Moteuczoma”. Βλ. σχετικά Hajovsky, Patrick Thomas, On the Lips of Others: Moteuczoma’s Fame in Aztec Monuments and Rituals, Austin, University of Texas Press, 2015, σ. 147, υποσημ. 3. ↩︎
- Στη γλώσσα Νάουατλ, το εθνωνύμιο Aztēcatl ή Aztecah σημαίνει “Λαός προερχόμενος από το Aztlan”, προγονική γη των Αζτέκων. Οι ίδιοι οι Αζτέκοι δεν χρησιμοποιούσαν τον όρο ως ενδώνυμο. Άλλωστε, σύμφωνα με την παράδοσή τους, ο Huītzilōpōchtli, θεός της εξόδου από τον βορρά και αργότερα θεός-προστάτης της Tenochtitlán, φέρεται να εκφράστηκε προς τους ακολούθους του στη μεγάλη μετοικεσία ως εξής: “Εφεξής, δεν θα ονομάζεστε πλέον Aztecah, αλλά Mēxihcah”, δηλαδή κάτοικοι του Mēxihco, της λεκάνης, όπου κτίστηκε τελικά η πρωτεύουσα της μετέπειτα αυτοκρατορίας. Βλ. σχετικά Anderson, Arthur J.O. – Susan Schroeder (επιμ.), Codex Chimalpahin, τ.1, Society and politics in Mexico Tenochtitlan, Tlatelolco, Texcoco, Culhuacan, and other Nahua altepetl in central Mexico; the Nahuatl and Spanish annals and accounts collected and recorded by don Domingo de San Antón Muñón Chimalpahin Quauhtlehuanitzin. Civilization of the American Indian series, Norman, University of Oklahoma Press, 1997, passim. Το 1810, ο Alexander von Humboldt υπήρξε ο πρώτος, ο οποίος έκανε χρήση του όρου “Αζτέκοι”, προκειμένου να προσδιορίσει τους υπήκοους της Τριπλής Συμμαχίας (Tenochtitlán, Texcoco και Tlacopán). Τον μιμήθηκε, τρεις δεκαετίες αργότερα, ο William Η. Prescott στην κλασσική πραγματεία History of the Conquest of Mexico. Έκτοτε, ο όρος υιοθετήθηκε από τους πάντες, ακόμα και από τους ίδιους τους κατοίκους του κράτους του Μεξικού. ↩︎
- Jacques Soustelle, Les Aztèques, Paris, Presses Universitaires de France, 1970, σ. 6-14. ↩︎
- Townsend, Richard F., The Aztecs, London, Thames & Hudson, 2009, σ. 60-62. Prescott, William Η., History of the Conquest of Mexico, New York, Harper and Brothers, 1843, τ.1, σ. 15-17. Η ακριβής ημερομηνία ίδρυσης της Tenochtitlán δεν είναι γνωστή. Η επίσημη ημερομηνία (13 Μαρτίου 1325) υιοθετήθηκε αυθαίρετα το 1925, με αφορμή την 600ή επέτειο της πόλης. Βλ. σχετικά Castillo Ledon, Luis, La Fundación de la Ciudad de México 1325–1925, México, Editorial Cultura, 1925, σ. 5, 55-56. ↩︎
- Hassig, Ross, Aztec Warfare: Imperial Expansion and Political Control, Norman, Oklahoma, University of Oklahoma Press,1988, passim. Townsend, σ. 74-75. Smith, Michael E.,“The Archaeological Study of Empires and Imperialism in Pre-Hispanic Central Mexico“, Journal of Anthropological Archaeology, 20 (3), 2001, σ. 245–284. ↩︎
- Prescott, τ.1, σ. 20-36. Berdan, Frances, “El tributo a la Triple Alianza”, Arqueología Mexicana
(124), Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2013, σ. 49-55. ↩︎ - Smith, Michael E., The Aztecs, Malden, MA, Blackwell Publishing, 1997, σ. 174-175. ↩︎
- Prescott, τ. 1, σ. 46. Soustelle, σ. 88-89. ↩︎
- Carrasco, David, Quetzalcoatl and the irony of empire: myths and prophecies in the Aztec tradition, Chicago, University of Chicago, 1982, passim. Taube, Karl A., Aztec and Maya Myths, Austin, University of Texas Press, 1993, σ. 33-37, 41-50. ↩︎
- Soustelle, σ. 86-88. ↩︎
- Hassig, passim. Prescott, σ. 49-50. ↩︎
- Hanson, Victor Davis, Carnage and Culture, New York, Doubleday, 2000, σ. 194–195. Harner, Michael, “The Enigma of Aztec Sacrifice”, Natural History, 86 (4), 1977, σ. 46–51. Matos- Moctezuma, Eduardo, Vida y muerte en el Templo Mayor, México, Fondo de Cultura Económica, 1986, passim. Prescott, τ. 1, σ. 46-53, τ.2, σ. 145. Soustelle, σ. 89-90. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι αρχαιολογικές ανασκαφές πέριξ της Μεγάλης Πυραμίδας της Tenochtitlán έχουν παράσχει φυσικές αποδείξεις διενέργειας ανθρωποθυσιών. Συγκεκριμένα, έως το 2020, βρέθηκαν 603 ανθρώπινα κρανία. Ως προς τους ρυθμούς του όλου τελετουργικού, οι απόψεις διίστανται. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Hanson, το 1487, η ολοκλήρωση της κατασκευής της Μεγάλης Πυραμίδας συνοδεύθηκε από τη θυσία άνω των 80.000 ατόμων μέσα σε ένα τετραήμερο (15 ανά λεπτό, με ταυτόχρονη χρήση του συνόλου των βωμών της πόλης)! Ο ίδιος υποστηρίζει ότι, υπό ομαλές συνθήκες, ο καθημερινός μέσος όρος υπερείχε του αντίστοιχου των θυμάτων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Auschwitz και του Dachau κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ross Hassig, συγγραφέας της πραγματείας Aztec Warfare, θεωρεί τα μεγέθη υπερβολικά. Υπάρχει και η άποψη πως ο αριθμός διογκώθηκε εσκεμμένα από τους Ισπανούς (μοναδική προέλευση της πληροφόρησης σχετικά με τις ανθρωποθυσίες), προκειμένου να αιτιολογήσουν την κατάκτηση. Ο William H. Prescott, από τη δική του πλευρά, θέτει ένα διπλό πρακτικό πρόβλημα: 1) πώς ήταν δυνατό τόσες χιλιάδες άτομα να οδηγούνται αδιαμαρτύρητα προς τον θάνατο και 2) πώς ήταν δυνατό οι εκτεθειμένες σοροί των θυσιαζόμενων να μην προκαλούν μολυσματικές επιδημίες; Ο ίδιος απαντά εν μέρει, επισημαίνοντας την ύπαρξη ειδικά διαρρυθμισμένων οικημάτων, εντός των οποίων στοιβάζονταν τα κρανία. ↩︎
- Diaz del Castillo, Bernal, The Conquest of New Spain, London, Penguin Books, 1963, σ. 15-26. Hassig, Ross, Mexico and the Spanish Conquest, London and New York, Longman, 1994, σ. 45-46. Thomas, Hugh, Conquest: Montezuma, Cortés, and the Fall of Old Mexico, New York, Simon & Schuster, 1995, σ. 141. Prescott, τ. 1, σ. 247-265. ↩︎
- Prescott, τ. 1. σ. 293-305. ↩︎
- Εκτενείς αναφορές για την ταύτιση μεταξύ Cortés και Quetzalcoatl συμπεριλαμβάνονται στις ακόλουθες πραγματείες: Carasco, David, Quetzalcoatl and the Irony of Empire: Myths and Prophecies in the Aztec Tradition, Denver, University Press of Colorado, 2001. León-Portilla, Miguel, The Broken Spears: The Aztec Account of the Conquest of Mexico, Boston, Beacon Press, 2006. Séjourné, Laurette, Burning Water: Thought and Religion in Ancient Mexico, Boulder, Colorado, Shambhala Publications, 1976. ↩︎
- Prescott, τ. 1, σ. 306-327. Soustelle, σ. 118-119. ↩︎
- Prescott, τ. 1, σ. 471-490. Βλ. επίσης Gibson, Charles, Tlaxcala in the Sixteenth Century, Yale, Yale University Press, 1952. Muñoz Camargo, Diego, Historia de Tlaxcala, México, Alfredo Chavero, ed., 1892. ↩︎
- Prescott, τ. 2, σ. 22-35. ↩︎
- Soustelle, σ. 120. Restall, Matthew, When Montezuma Met Cortés: The True Story of the Meeting That Changed History, New York, Harper Collins, 2018, passim. ↩︎
- Prescott, τ. 2, σ. 68-84. ↩︎
- Levy, Buddy, Conquistador: Hernan Cortes, King Montezuma, and the Last Stands of the Aztecs, New York, Bantam Books, 2008, σ. 163-170. León-Portilla, σ. 131. Prescott, τ. 2, σ. 322-328. Restall, Matthew, Seven Myths of the Spanish Conquest, Oxford, Oxford University Press, 2003, σ.218. Tuettner, William H.,“Storming the Teocalli-Again: Or, Further Thoughts on Reading History Paintings”, American Art, Vol.9, No.3, σ. 56-95. ↩︎
- Diaz del Castillo, σ. 294. Levy, σ. 170-171. León-Portilla, σ. 90. Prescott, τ. 2, σ. 336-354. ↩︎
- Diaz del Castillo, σ. 297-306. Prescott, τ. 2, σ. 355-380. Soustelle, σ. 121. ↩︎
- Prescott, τ. 2, σ. 405-417. ↩︎
- Αναλυτική περιγραφή της πολιορκίας και κατάληψης της Tenochtitlán παραθέτουν οι Diaz del Castillo, σ. 309-412 και Prescott, τ.3, σ. 3-232. Βλ. επίσης, Robinson, Charles, The Spanish Invasion of Mexico 1519–1521, London, Osprey, 2004, σ. 58-60. ↩︎
- Soustelle, σ. 122-123. ↩︎
- Soustelle, σ. 123-124. ↩︎
- Σχετικά με την ισπανική αποικιακή διοίκηση μετά την πτώση της Αυτοκρατορίας των Αζτέκων
βλ. Gibson, Charles, The Aztecs Under Spanish Rule: A History of the Indians of the Valley of
Mexico, 1519-1810, Stanford, Stanford University Press, 1964, passim. ↩︎ - Gruzinski, Serge, The Aztecs: The Rise and Fall of an Empire, London, Thames and Hudson. 1992, σ. 106. ↩︎